Willkommen auf den Seiten des Auswärtigen Amts
Εκδήλωση μνήμης για την καταστροφή και τον αφανισμό της κοινότητας Τυμπακίου

Claudia Roth, Vizepräsidentin des Deutschen Bundestages, © Achim Melde, Bundestag
Αντιπρόεδρος της Ομοσπονδιακής Κάτω Βουλής, κα Ροτ: «Θέλω να ζητήσω συγχώρεση για την απερίγραπτη αδικία, την οποία υπέστη ο κόσμος εδώ στο Τυμπάκι».
Αξιότιμες κυρίες, αξιότιμοι κύριοι, προσκεκλημένοι.
„Il y a l'odeur du sang, Qui flotte sur ses rives, Et des pays meurtris, Comme autant de plaies vives."
Με αυτά τα επιβλητικά και βαθιά συγκινητικά λόγια ο Ζορζ Μουστακί, γιος ελληνοεβραίων γονέων, περιέγραφε πριν από χρόνια τα τραύματα μίας Μεσογείου, που στη διάρκεια των αιώνων αντίκρισε, υπέστη και ξέπλυνε πολύ οδύνη. Με βαθιά συγκίνηση στέκομαι κι ΕΓΩ σήμερα ενώπιων σας, κρατώντας το χειρόγραφο μίας ομιλίας, που με δυσκολεύει περισσότερο από εκατοντάδες άλλες, που έχω εκφωνήσει. Ήρθα για να υποκλιθώ. Με βαθιά θλίψη, με ειλικρινή λύπη, προ πάντων , όμως, εν πλήρει συνειδήσει της αφειδούς εμπιστοσύνης, που μου δείχνετε, κληθείσα να μιλήσω σε ένα χώρο, όπως το Τυμπάκι, μία μέρα, όπως τη σημερινή.
Διότι σήμερα μνημονεύουμε, για πρώτη φορά από κοινού, τα τρομερά γεγονότα, που συντελέστηκαν υπό γερμανική κυριαρχία πριν από 75 χρόνια. Θυμόμαστε τι συνέβη, όταν τα γερμανικά στρατεύματα, έλαβαν την εντολή από το Βερολίνο, να μετατρέψουν την Κρήτη σε στρατιωτική βάση και το Τυμπάκι σε αεροδρόμιο για τη συνέχιση του βάρβαρου πολέμου στη Νότια Ελλάδα, στη Μεσόγειο, στη Βόρεια Αφρική. Προπαντός, όμως, μνημονεύουμε την ολοκληρωτική καταστροφή τόπων πολιτισμού και ελαιώνων με ιστορία αιώνων, την φρικτή καταναγκαστική εργασία και τους διωγμούς, κι εντέλει την καταστροφή και τον αφανισμό ολόκληρου του Τυμπακίου από τους γερμανούς στρατιώτες, κατόπιν εντολής γερμανών στρατηγών. Για εμένα, ως Γερμανίδα, η σημερινή μέρα είναι για το λόγο αυτό:
- ημέρα θλίψης,
- ημέρα μνήμης,
- ημέρα βαθιάς ντροπής.
Ναι, γεννήθηκα το 1955, όμως η μεταγενέστερη ημερομηνία γέννησης δεν με απαλλάσσει από την ευθύνη. Η ιστορία του Τυμπακίου είναι και ΔΙΚΗ μου ιστορία, αποτελεί τμήμα του ΔΙΚΟΥ μου βιογραφικού ως απογόνου – και αποτελεί και ΔΙΚΗ μου ευθύνη να μην περάσουν στη λήθη τα αλλοτινά εγκλήματα στη μικρή αυτή ελληνική πόλη, στο πανέμορφο αυτό ελληνικό νησί. Αυτό, όμως, προϋποθέτει τη γνώση και την επίγνωση, για το τι πραγματικά συνέβη τότε. Και σε αυτό το σημείο θα ήθελα, θα πρέπει να είμαι ειλικρινής: κι εγώ για πολύ καιρό δεν είχα συνειδητοποιήσει, τι είχε συμβεί στην Κρήτη, στο Τυμπάκι στα χρόνια της γερμανικής κατοχής. Διότι στη Γερμανία δεν έχει δοθεί μέχρι σήμερα σχεδόν καθόλου προσοχή στις βαρβαρότητες και τα εγκλήματα, που διαπράχθηκαν εδώ. Στα πολυάριθμα θύματα, που υπήρξαν μέχρι και τη δεκαετία του ‘50 λόγω των γερμανικών ναρκών. Και μόνο το γεγονός ότι περισσότερο από το ένα τρίτο των μαρτυρικών κοινοτήτων βρίσκονται στην Κρήτη, καθιστά με συνταρακτικό τρόπο σαφές, πόσο υπέφερε ο κόσμος εδώ. Για πολύ καιρό, όμως, δεν είχα ακούσει τίποτα για όλα αυτά. Αυτή είναι μία τρομερή παράλειψη, που προσωπικά μ’ έχει συγκλονίσει βαθιά. Αισθάνομαι οδύνη, που η δημοκρατική Γερμανία, ακόμη και όταν ξεκίνησε επιτέλους να επεξεργάζεται το παρελθόν της, δεν ήταν σε θέση, να επιδείξει σ΄ αυτόν τον τόπο και στην ιστορία του τον προσήκοντα σεβασμό.
Έτσι ως Αντιπρόεδρος της Ομοσπονδιακής Κάτω Βουλής της Γερμανίας θέλω να κάνω, ότι έπρεπε να έχει γίνει προ πολλού. Θέλω να ζητήσω συγχώρεση. Θέλω να ζητήσω συγχώρεση για την απερίγραπτη αδικία, την οποία υπέστη ο κόσμος εδώ στο Τυμπάκι, την οποία υπέστη ο κόσμος εδώ στην Κρήτη. Θέλω να ζητήσω συγχώρεση για τις θηριωδίες των Ναζί της εποχής εκείνης. Και θέλω να ζητήσω συγχώρεση για τη μακρά σιωπή όλα αυτά τα χρόνια που ακολούθησαν. Ταυτόχρονα θέλω όμως να πω κι ένα «ευχαριστώ». Θέλω να ευχαριστήσω τους επιζώντες, που είπαν την ιστορία τους, που δεν την ξέχασαν ή την απώθησαν. Θέλω να ευχαριστήσω όλον αυτόν τον κόσμο στην Κρήτη, που παρά τις θηριωδίες, που διαπράχθηκαν πριν από περίπου 80 χρόνια, πίστευε πάντα στη συμφιλίωση – Τη συμφιλίωση όπως μου το επιτρέπετε να την βιώσω εδώ σήμερα μαζί σας.
Θέλω όμως και να ευχαριστήσω όλους όσους τότε αντιστάθηκαν. Ακόμα και τις χειρότερες στιγμές δεν λιποψύχησαν, τήρησαν σθεναρή στάση, δεν τα παράτησαν. Αποτελούσαν την ελπίδα σε μια εποχή απελπισίας, προσέδωσαν μεγαλείο σε στιγμές κάθε άλλο παρά μεγαλειώδεις, έδωσαν φως όταν παντού υπήρχε σκοτάδι. Προπάντων όμως δείχνουν και σ΄ ΕΜΑΣ τον δρόμο. Σε μια εποχή που ο αντισημιτισμός και ο ρατσισμός αναβιώνουν σε πολλά μέρη – σε μια τέτοια εποχή πρέπει κι εμείς να αντισταθούμε, να αντιταχθούμε. Ακριβώς γι΄ αυτό βρισκόμαστε σήμερα εδώ όλοι μαζί, Έλληνες και Γερμανοί. Στη γενέτειρα της Ευρώπης βρίσκουμε ένα κοινό βηματισμό, ώστε να ανανεώσουμε μια θεμελιώδη ευρωπαϊκή υπόσχεση:
Δεν πρέπει να υπάρξει ποτέ ξανά έγκλημα όπως ο εθνικοσοσιαλισμός, δεν πρέπει να υπάρξει ποτέ ξανά συστηματική εξόντωση ανθρώπινης ζωής, δεν πρέπει να το ξαναεπιτρέψουμε ποτέ να τελειώσουν ο ανθρωπισμός και ο πολιτισμός.
Αυτό όμως προϋποθέτει ότι θυμόμαστε – όχι με το βλέμμα στραμμένο στο παρελθόν, αλλά στο παρόν, στο μέλλον – ότι θυμόμαστε και την καταστροφή στο Τυμπάκι. Πρέπει να φροντίσουμε ώστε οι μνήμη για τις φρικαλεότητες της ναζιστικής Γερμανίας στην Ελλάδα να μην περιορίζεται μόνο στο Δίστομο, τα Καλάβρυτα και τους Λιγκιάδες, αλλά και η ιστορία του Τυμπακίου να ανήκει στη Γερμανία στις γενικές γνώσεις, να μπει στη διδακτέα ύλη στα σχολεία και να υπάρξουν για παράδειγμα και προγράμματα ανταλλαγής νέων. Και παρά το βαρύ κλίμα και την βαθιά σημασία της σημερινής ημέρας:
Είμαι αισιόδοξη. Είμαι αισιόδοξη, αφού έχουμε επιτύχει τόσα πολλά σε μια Ευρώπη, που πρώην εχθροί μετατράπηκαν αρχικά σε εταίρους, από εταίρους σε γείτονες, από έλληνες και γερμανούς γείτονες προ πολλού σε φίλους. Είμαι αισιόδοξη ότι θα καταφέρουμε να ενδυναμώσουμε αυτήν την Ευρώπη, την Ευρώπη μας της Δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και είμαι αισιόδοξη ότι σ΄ αυτή την ενωμένη Ευρώπη θα οικοδομηθεί μια σχέση μεγαλύτερης εμπιστοσύνης, μεγαλύτερης ανεκτικότητας μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας, απολύτως ισότιμη και με αμοιβαίο σεβασμό. Ας στείλουμε λοιπόν σήμερα ένα κοινό μήνυμα προς αυτή την Ευρώπη. Ας διδαχθούμε μαζί το πιθανότατα σημαντικότερο μάθημα της ευρωπαϊκής, και ταυτόχρονα της μελανότερης περιόδου της γερμανικής ιστορίας, ένα μάθημα το οποίο τονίζεται στο πρώτο άρθρο της οικουμενικής διακήρυξης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπου αναφέρεται:
Όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι στην αξιοπρέπεια και στα δικαιώματα. Είναι προικισμένοι με λογική και συνείδηση, και οφείλουν να συμπεριφέρονται μεταξύ τους με πνεύμα αδελφοσύνης.
Μια τέτοια συμπεριφορά παρατηρείται σήμερα εδώ στο Τυμπάκι. Παρατηρείται εφόσον, όχι, παρατηρείται ΕΠΕΙΔΗ όλοι συνειδητοποιούμε:
Κανείς δεν μπορεί να εξαφανίσει το παρελθόν. Όσο όμως είναι δυνατές στιγμές όπως αυτή η κοινή μνημόνευση, δεν υπερνικά η διχόνοια, αλλά η ανθρωπιά. Και ειδικά αυτή η υπεροχή της ανθρωπιάς είναι κάτι πολύ περισσότερο από αχνή ελπίδα, κάτι πολύ περισσότερο από μια προσεκτική παράκληση. Μια ημέρα όπως τη σημερινή, αυτή η υπεροχή της ανθρωπιάς μετουσιώνεται σε ελληνογερμανική υπόσχεση για το μέλλον. Σε απόλυτη σύμπνοια με το πνεύμα του Ζορζ Μουστακί:
„Il reste un bel été, Qui ne craint pas l'automne, En Méditerranée.“